Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Che vs. Ρε

Ένα από τα πρώτα «σοκ» που παθαίνεις στην Αργεντινή είναι όταν ακούς Αργεντίνους να μιλάνε μεταξύ τους. Η λέξη που ακούς συνέχεια είναι το «τσε» (ναι ναι, όπως ο Τσε Γκεβάρα) να επαναλαμβάνεται σχεδόν σε κάθε πρόταση.

«Τσε» το ένα, «τσε» το άλλο, αμέσως απορείς εάν αυτή η λέξη σημαίνει κάτι ή αν απλώς όλη την ώρα οι Αργεντίνοι μιλάνε για τον Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα και την Επανάσταση.

Στην πραγματικότητα η λέξη Che σημαίνει «γεια» ή «γεια σου», αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με οποιοδήποτε τρόπο μέσα σε μια πρόταση. Θα έλεγα ότι έχει μια παρόμοια χρήση με το δικό μας «Ρε». Για παράδειγμα μπορεί να το χρησιμοποιήσουν στην αρχή της πρότασης όταν θέλουν να σε φωνάξουν  χωρίς να πουν το όνομά σου (Che Pedro!) ή όταν θέλουν να «βρίσουν» (Che boludo – Ρε Μα**κα ή Τι Μα**κας).

Η λέξη αυτή μπορεί να προέρχεται από τη γλώσσα Mapuzungun η οποία είναι η γλώσσα που μιλούσαν οι ιθαγενείς της Παταγονίας . Σε αυτή τη γλώσσα, che σημαίνει «άνθρωποι». Μια άλλη θεωρία έχει να κάνει με την γλώσσα των Guarani, όπου Che  σημαίνει «εγώ». Τέλος, μπορεί να προέρχεται από το tse των «παλαιών» ισπανικών που χρησιμοποιούταν προκειμένου να τραβήξεις την προσοχή κάποιου ή από το ιταλικό che, που χρησιμοποιούταν ως «σκάσε».

Κάπου εδώ γίνεται κατανοητό ότι το che δεν προέκυψε ως παρατσούκλι του Ερνέστο Γκεβάρα, αλλά αντίθετα η συχνή χρήση του από τον Αργεντίνο επαναστάτη τον ξεχώριζε στους ξένους σε σχέση με τους υπόλοιπους Λατινοαμερικάνους.

Για να φέρω ένα επίκαιρο παράδειγμα, φανταστείτε να ακούν οι ξένοι τον Αλέξη Τσίπρα να μιλάει ελληνικά με άλλους Έλληνες. Η συχνή χρήση του «Ρε» θα μπορούσαν να του δώσουν το παρατσούκλι Αλέξης «Ρε» Τσίπρας.


Βασίζεται στο βιβλίο του J. Bracken "¡Che boludo! A gringo's guide to understanding the Argentines"

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Mate vs Φραπέ

Σημείωση: οι φωτογραφίες δεν είναι δικές μου, αλλά προέρχονται από το διαδίκτυο και έχουν χρησιμοποιηθεί για την παραπάνω σύνθεση.
Δεν διεκδικώ τα δικαιώματα των φωτογραφιών

Μάτε vs. Φραπέ

Ξυπνάς το πρωϊ, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνεις σαν τυπικός Έλληνας? Φυσικά χτυπάς ένα φραπεδάκι! Χειμώνα – καλοκαίρι (ειδικά το καλοκαίρι) ένα φραπεδάκι είναι ό,τι χρειάζεσαι για να ξεκινήσει καλά η μέρα. Το να φτιάξεις ένα καλό φραπέ είναι εύκολο. Χρειάζεσαι ένα γυάλινο ποτήρι, βάζεις λίγο κρύο νερό και την ποσότητα νεσκαφέ που επιθυμείς, προσθέτεις ζάχαρη αν σου αρέσει, και το χτυπάς με ένα ηλεκτρικό μιξεράκι. Παλαιότερα (ή όταν είσαι εκδρομή στη φύση), η δημιουργία ενός φραπέ γινόταν με πλαστικό δοχείο (μίξερ) και επαναλαμβανόμενη κίνηση του χεριού (ιδιαίτερα δημοφιλής στους άντρες). Η χρήση όμως ενός μιξερακίου κάνει πραγματικά τη διαφορά στην ταχύτητα, στην ευκολία και στο αποτέλεσμα. Αφού έχεις χτυπήσει τον καφέ, προσθέτεις γαλατάκι αν θες (συνήθως έτοιμες μερίδες γάλα εβαπορέ) και συμπληρώνεις το ποτήρι με κρύο νερό, προσέχοντας να μην χαλάσεις τον αφρό. Φυσικά υπάρχουν πολλές ιδιαίτερες προσωπικές προτιμήσεις, στην αναλογία καφέ/αφρού, στον αριθμό πάγου, στη σειρά που προσθέτεις τα υλικά, και στην προτίμηση σε χτυπημένο/αχτύπητο φραπέ. Απαραίτητα στο τέλος προσθέτεις ένα καλαμάκι ώστε να ρουφήξεις γουλιά-γουλιά το αγαπημένο σου ρόφημα.



Αν είσαι στην Αργεντινή, ξέχνα τον φραπέ! Οι Αργεντίνοι πίνουν χειμώνα-καλοκαίρι το μάτε (mate), το οποίο είναι ένα ζεστό ρόφημα! Το μάτε είναι το ΕΘΝΙΚΟ ρόφημα των Αργεντίνων. Τόσο η κατασκευή και το στυλ των διαφόρων μερών, όσο και ο τρόπος πόσης αποτελούν μια μεγάλη παράδοση αυτού του λαού. Στην ουσία, πρόκειται για ένα είδος τσαγιού, το οποίο ονομάζεται σιέρβα ή σιέρμπα (yerba) το οποίο παράγεται σε διάφορες εύφορες περιοχές της Αργεντινής (Μισιόνες, Κορριέντες) αλλά και στην Παραγουάη και νότια Βραζιλία. Η σιέρβα περιέχει ματεϊνη, τεϊνη και καφεϊνη (ανάμεσα σε πολλές άλλες ουσίες) που βοηθούν τον οργανισμό να ξυπνήσει και τον κρατούν σε εγρήγορση. Η σιέρβα τοποθετείται μέσα στο μάτε, το οποίο είναι ένα κύπελλο που παρασκευάζεται από διάφορα παραδοσιακά υλικά (ξύλο – ένα είδος κολοκύθας – κέρατο ζώου), ενώ πρόσφατα έχουν κάνει την εμφάνισή τους μάτε από διάφορα νέα υλικά (π.χ. πλαστικό). Αρχικά, η σιέρβα τοποθετείται μέσα στο μάτε, και στην συνέχεια τινάζεται με προσοχή ώστε να απομακρυνθεί η σκόνη. Εάν το πιεις με τη σκόνη έχει μια πικρή γεύση, ενώ πολλές φορές δεν «ρουφιέται» καλά. Συνήθως γεμίζεις το μάτε μέχρι τα 2/3 ή τα 3/4 ανάλογα με την προτίμηση. Όταν έχει τιναχτεί καλά, μαζεύεις τη σιέρβα από τη μία πλευρά και τοποθετείς από κάτω ένα μεταλλικό «καλαμάκι», την μπομπίσια (bombilla). Στο κάτω μέρος της έχει ένα φίλτρο, με το οποίο αποφεύγεις να ρουφήξεις τα φυλλαράκια της σιέρβα. Προκειμένου να πιεις το μάτε, προσθέτεις ζεστό νερό. ΠΡΟΣΟΧΗ! Οι περισσότεροι θεωρούν ότι η σωστή θερμοκρασία του νερού πρέπει να είναι 82oC, αλλά φυσικά αυτό είναι θέμα προτίμησης. Γενικά, οι περισσότεροι το πίνουν σε θερμοκρασίες ανάμεσα στους 75 - 85oC. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το νερό ΔΕΝ πρέπει να είναι καυτό, γιατί αλλιώς η σιέρβα καίγεται και χάνει τη γεύση της. Για αυτό το λόγο, στην Αργεντινή μπορείς να αγοράσεις παντού βραστήρες οι οποίοι ζεσταίνουν τον νερό στην κατάλληλη θερμοκρασία για το μάτε (Tip: αν ποτέ χρησιμοποίησεις ένα τέτοιο βραστήρα, για να ζεσταθεί σωστά το νερό γέμισε τον ολόκληρο με νερό και όχι μόνο όσο χρειάζεσαι).



Ίσως η πιο μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο φραπέ και στο μάτε είναι ότι το μάτε είναι κυρίως μια παρεϊστικη παράδοση. Ενώ ο κάθε ένας πίνει ατομικά όποτε θέλει, είναι καθημερινή συνήθεια να μαζεύεται μια παρέα και να πίνει μάτε. Επίσης είναι πολύ συνηθισμένο όταν συναντήσεις κάποιον την ώρα που πίνει μάτε, να σου προσφέρει ένα. Θα έλεγα ότι το αντίθετο θα ήταν αγένεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μόνο ένας σερβίρει το μάτε. Αυτό το πρόσωπο λέγεται σεβαδόρ (cebador). Στην αρχή ο σεβαδόρ θα δοκιμάσει τη θερμοκρασία ώστε να είναι σωστή. Συνήθως οι δύο-τρεις πρώτες «τζούρες» είναι αρκετά δυνατές. Στη συνέχεια το μάτε περνάει από άτομο σε άτομο. Ο κάθε ένας πρέπει να το πιει όλο (ρουφώντας δυνατά και τις τελευταίες σταγόνες) και στη συνέχεια το επιστρέφει στον σεβαδόρ ο οποίος το σερβίρει στον επόμενο.

ΠΡΟΣΟΧΗ! Όταν επιστρέφεις το μάτε στον σεβαδόρ δεν λες ευχαριστώ! Εάν πεις ευχαριστώ σημαίνει ότι δεν θέλεις να πιείς άλλο. Αυτή η διαδικασία συνεχίζεται μέχρι να τελειώσει το νερό ή να μην θέλει άλλο η παρέα. Εάν η σιέρβα χάσει τη γεύση της, δηλαδή «ξεπλυθεί» (lavada), τότε ο σεβαδόρ την αλλάζει. Τέλος, ο κάθε ένας θα πρέπει να προσέχει να μην καθυστερεί να πιει το μάτε του, καθώς ο επόμενος περιμένει... Σε αυτές τις περιπτώσεις θα σου πουν ¡No es un microfono!, δηλαδή ότι «δεν είναι μικρόφωνο»...


ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ: Δεν διανοείται να πιεις φραπέ χωρίς να ανακατέψεις με το καλαμάκι το φραπεδάκι ώστε να ακούσεις τα παγάκια να χτυπιούνται. Αυτή η κίνηση, εκτός από την τεράστια απόλαυση που προσφέρει, είναι απαραίτητη ώστε να ανακατευτεί ξανά ο φραπές που έχει «κάτσει». Αυτό το φαινόμενο είναι συχνό όταν το φραπεδάκι έχει ζάχαρη και γάλα. Αντίθετα, ΠΟΤΕ μα ΠΟΤΕ δεν πρέπει να πιάσεις την μπομπίσια ή να προσπαθήσεις να το ανακατέψεις! Εκτός από το γεγονός ότι θα καούν τα δάχτυλά σου, πρόκειται να χαλάσεις τη σύσταση του μείγματος. Το μόνο που κρατάς είναι το ίδιο το μάτε, αυτό καθεαυτό.

Resumiendo: Ενώ με μια πρώτη ματιά το μάτε και ο φραπές είναι δύο εντελώς διαφορετικά ροφήματα, κατέχουν την ίδια θέση στην καθημερινότητα του Έλληνα και του Αργεντίνου. Και τα δύο έχουν τη δική τους «τελετουργία» στην κατασκευή τους, αλλά και ο κάθε ένας έχει τις δικές του προτιμήσεις. Όπως ο καφές είναι μια σοβαρή υπόθεση για τον Έλληνα, το ίδιο σοβαρή (και ίσως περισσότερο) είναι το μάτε για τον Αργεντίνο. Κατά την άποψη μου, η μεγάλη διαφορά έχει να κάνει με το γεγονός ότι το μάτε πίνεται ομαδικά, από το ίδιο δοχείο. Αντίθετα ο φραπές είναι ατομικός, αλλά είναι μια ευλαβική συνήθεια του Έλληνα να μαζεύεται με την παρέα του και να πίνουν καφέ, μάλιστα παραπάνω από μια φορές κάθε μέρα, όπως και οι Αργεντίνοι με το μάτε. Στην Αργεντινή το μάτε αποτελεί μια «σπιτική» υπόθεση. Δεν θα σου σερβίρουν μάτε σε καφετέρειες ή σε άλλα καταστήματα. Αντίθετα, θα δεις παντού τον κόσμο να κυκλοφορεί με τη δική του ματέρα (matera), δηλαδή μια τσάντα όπου θα έχει όλα τα σύνεργα για το μάτε. Είναι πολύ συνηθισμένο ο κόσμος να περπατά στο δρόμο και να πίνει μάτε! Επίσης παντού θα σου γεμίσουν με χαρά το θερμός με το ζεστό νερό. Αντίθετα η πόση καφέ δεν είναι τόσο συχνή, και λόγω της έντονης Ιταλικής μετανάστευσης περιορίζεται στην πόση εσπρέσσο ή αντίστοιχων καφέδων. Για τους Αργεντίνους, η πόση καφέ είναι μια σύντομη διαδικασία, σε αντίθεση με την κατάσταση στην Ελλάδα.


Προσωπικά βρίσκω τη γεύση του μάτε πιο νόστιμη και πιο ενδιαφέρουσα από τη γεύση του κοινού τσαγιού. Όταν άρχισα να πίνω μάτε διαπίστωσα ότι τελικά ήμουν περισσότερο εθισμένος στην κίνηση της «τζούρας από ένα καλαμάκι» και στη συχνή πόση ενός ροφήματος, παρά στο να πίνω καφέ. Το μάτε είναι σαφώς πιο υγειϊνό ρόφημα από το νεσκαφέ, επομένως έχω γίνει πλέον φανατικός το συγκεκριμένου ροφήματος. Τέλος, το μάτε είναι αρκετά πιο φτηνό από ότι ο καφές. Όσο στοιχίζει ο καφές στην καφετέρια, στοιχίζει σχεδόν ένα πακέτο 500 γρ. σιέρβα. Ακόμη και να μην σου αρέσει η γεύση του, το όλο σύστημα με το μάτε και την μπομπίσια είναι πολύ ενδιαφέρον για να πιεις ακόμη και το κοινό τσάι. Στην Ελλάδα μπορείς να το αγοράσεις στον «Δρόμο του Τσαγιού». [http://www.tearoute.gr/product_info.php?products_id=550]

BONUS:
Προσευχή για το φραπέ

Αρκετές πληροφορίες βασίζονται στο βιβλίο του J. Bracken "¡Che boludo! A gringo's guide to understanding the Argentines"